Η ψυχολογία των ερωτικών σχέσεων, ερωτικές σχέσεις και ψυχοθεραπεία- Δ. Καστριώτης
Λεξεις κλειδιά:
έρωτας, σχέσεις, ερωτικά προβλήματα, δυσκολίες στον έρωτα, μοναξιά, ψυχοθεραπεία
Δημήτρης Κ. Καστριώτης
Συστημικός ψυχοθεραπευτής
Περίληψη
Οι ερωτικές σχέσεις είναι η κορωνίδα των σχέσεων. Γενικότερα ως σχέση εννοώ κάτι πιο βαθύ και θεμελιώδη από μια απλή σύνδεση δύο προσώπων δηλαδή δύο μονάδων, την προσδιορίζω ως την βασική μονάδα της κοινωνίας. Χωρίς σχέσεις δεν θα υπήρχε όχι απλά ψυχολογική αλλά ούτε και βιολογική ζωή. Έτσι, επειδή όντως ζούμε δεν υπάρχει χρόνος χωρίς σχέσεις, είτε με ανθρώπους είτε με αντικείμενα και καταστάσεις. Σε επίπεδο σύγχρονης κοινής λογικής, η οποία παρουσιάζει άμεση συμβατότητα με την παραδοσιακή επιστημονική σκέψη, οι ερωτικές σχέσεις και το πως ζευγαρώνουν οι άνθρωποι διερευνώνται και εξετάζονται με έναν τρόπο που παραπέμπει σε κατηγορίες ιδιοτήτων ή ‘προσόντων’, π,χ. ο εμφανίσιμος, ο καλός χαρακτήρας κλπ. Έξω στην ζωή όμως βλέπουμε πολλές περιπτώσεις που δεν ταιριάζουν με τον τρόπο σκέψης που ανέφερα και το άρθρο προσπαθεί να θέσει ένα ολιστικό πλαίσιο κατανόησης και για αυτές. Επίσης το άρθρο αναφέρεται και στους μοναχικούς του ‘ερωτικού βίου’, που παρόλα τα ‘προσόντα’ τους, δεν σχετίζονται ερωτικά στην ζωή τους. Το άρθρο φιλοδοξεί να δώσει νέες οπτικές στο θέμα, οι οποίες να είναι πέρα της ορθολογιστικής κατηγοριοποίησης (εμφανή προσόντα) ως αιτιολογικού παράγοντα του ζευγαρώματος, με τελικό σκοπό να εμπνεύσει τους ψυχοθεραπευτές, σε νέους τρόπους προσέγγισης τέτοιων ζητημάτων στην θεραπεία καθώς και να δώσει κάποιες άλλες ματιές στο ευρύ κοινό.
Εν κατακλείδι το άρθρο θέλει να δείξει ότι το ζευγάρωμα δεν γίνεται βασικά από τα εμφανή χαρακτηριστικά ανθρώπων αλλά πιο πολύ από από τα αόρατα.
Εισαγωγή- Περί σχέσεων
Οι ερωτικές σχέσεις είναι μια από τις κατηγορίες σχέσεων (η βασικότερη νομίζω) που εμείς οι άνθρωποι ζούμε σε αυτό τον κόσμο. ‘Ζούμε’ σχέσεις και όχι απλώς κάνουμε ή συνάπτουμε κλπ, έτσι παρακάτω θα μιλήσω για την σχεσιακή ζωή μας ή την ζωή των σχέσεων μας. Οι σχέσεις δεν είναι μια απλή ιδιότητα που δίνει ποιότητα στην ζωή άλλα είναι η ίδια η ζωή. Ζωή και σχέσεις είναι συνώνυμες και ταυτόσημες, οι σχέσεις μας επιβιώνουν μας αναπτύσσουν, είναι ο λόγος που έχουμε συναισθήματα, είναι ο λόγος που πράττουμε και δρούμε, τελικά είναι ο λόγος που η ζωή είναι όντως ζωή.
Δεν ζούμε και μετά σχετιζόμαστε άλλα σχετιζόμαστε για να ζούμε, βιολογικά όχι άπλα ψυχολογικά. Οι σχέσεις είναι το βαθύτερο συστατικό από το οποίο είναι φτιαγμένη η ζωή των ανθρώπων και του πλανήτη γενικότερα, είναι η βασικό ον του κόσμου (2), το πραγματικό “είναι”. Ο άνθρωπος αναπόφευκτα και αυτόματα ζει μέσα σε σχέσεις, τουλάχιστον από την στιγμή που βρίσκεται στην κοιλιά της μητέρας. Ως σχέσεις εννοώ εδώ και τις ‘μη σχέσεις’. Οι ‘μη σχέσεις’, η α-σχετικότητα είναι και αυτές τρόποι σχέσεων (κακοί-ανεπαρκείς θα μπορούσε να τις πει κάνεις ή ότι άλλο) αλλά όχι απουσία σχέσεων όπως θεωρείται σε μια παραδοσιακή οπτική.
Π.χ. όταν ένας πατέρας δεν έχει καμία επαφή με τον γιο του ο οποίος βρίσκεται λόγου χάρη στην Αυστραλία, σημαίνει ότι ο τρόπος σχέσης τους είναι εντελώς απόμακρος (απομακρυσμένη σχέση) και η ‘ομιλητική’ τους σχέση είναι ανύπαρκτη. Ο ‘δυσλειτουργικός’ όμως αυτός τρόπος σχέσης σίγουρα αναδίδει και οργανώνει ανάλογα συναισθήματα, όπως λύπης, απόγνωσης, απογοήτευσης, ματαίωσης κλπ, σκέψεις όπως για τηλεφωνική επικοινωνία και συμπεριφορές όπως για ταξίδια συνάντησης (ή σκέψεις και συζητήσεις ότι δεν θα γίνει ποτέ αυτό).
Σε άλλη περίπτωση, θετική περίπτωση και με εμφανείς σχέσεις, ένα νεογνό (να μην επεκταθώ και στην εγκυμοσύνη ή και πριν από αυτή) αυτόματα υπάρχει σε ένα σύμπλεγμα σχέσεων, και κάθε μια από αυτές μπορεί να αντιπροσωπεύει ιδιαίτερα νοήματα: Σχέση με τον γιατρό που το έφερε στον κόσμο, ο οποίος πιθανόν να νοιώθει ότι είναι καλός γιατρός και να θέλει και κάποιο οικονομικό αντάλλαγμα, ή μπορεί να μη θέλει και να νοιώθει όμορφα για αυτό. Σχέση με τους συγγενείς που θα έρθουν το δουν, άλλοι μπορεί να μην έχουν δικά τους παιδιά και να αισθάνονται ίσως λίγη ζήλια από αυτό, άλλα ίσως και να τους δίνει ένα κίνητρο να κάνουν το δικό τους. Ακόμη άλλες αναδυόμενες συναισθηματικές σχέσεις με συγγενείς μεγαλύτερης ηλικίας όπου είναι ίσως δύσκολο να τεκνοποιήσουν και γενικότερα ποικίλες σκέψεις, συναισθήματα, συμπεριφορές κλπ, με σημείο αναφοράς το νεογέννητο.
Αν μιλήσω και για μια μεταγενέστερη φάση ζωής, π.χ. την περίοδο των πανελληνίων εξετάσεων, μπορούμε να αφηγηθούμε την οικογενειακή χαρά ή απογοήτευση από την επιτυχία/μη επιτυχία σε αυτές, καθώς και άλλες αλυσιδωτές συνέπειες στο οικογενειακό σύστημα εξαιτίας π.χ. πολύωρη εργασία των γονιών λόγω εξόδων σπουδών με συνέπεια την παραμέληση των άλλων παιδιών ή επιπτώσεις στην συντροφική σχέση, γενικότερη αλλαγή στη ζωή της οικογένειας.
Θα μπορούσαμε να μιλάμε πολύ για τις ταυτόχρονες και τις διαδοχικές σχέσεις ενός ανθρώπου. έτσι ώστε να γίνει κατανοητό πως δεν υπάρχει ‘χρόνος’ στη ζωή που να είναι άδειος από σχέσεις. Σχέσεις δεν κάνουμε μόνο με πρόσωπα άλλα και με πράγματα, καταστάσεις, χόμπι, κατοικίδια κλπ. Θα έλεγα ότι αρκετές φόρες στις οποίες δεν θεωρούμε ότι έχουμε ικανοποιητικές σχέσεις με ανθρώπους (που υποθέτω ότι είναι οι σπουδαιότερες) ή προβλέπουμε (φοβόμαστε) ακύρωση/ματαίωση από αυτές, καταφεύγουμε σε σχεσιακές λύσεις οι οποίες είτε δεν μας ακυρώνουν, όπως με πράγματα και κατοικίδια ή αν μας ακυρώσουν δεν μας νοιάζει και τόσο μια και δεν είναι τόσο σημαντικοί για εμάς, π.χ. με ανθρώπους που γνωρίζουμε από μια δραστηριότητα οι οποίες προσλαμβάνονται ως πιο ‘ακυρωτικά’ ανώδυνες.
Ας μιλήσω τώρα για έναν ά-σχετο ερωτικά ενήλικα (ενώ θα ήθελε να έχει σχέσεις) και τα δίκτυα σχέσεων, ερωτικών και μη, που οργανώνονται γύρω του. Επαναλαμβάνω ότι οι μη σχέσεις (με πρόσωπα και καταστάσεις) αποτελούν τρόπους σχέσεων και μια ‘απόδειξη’ ότι αυτές είναι όντως σχέσεις είναι τα συναισθήματα άλλα και οι πράξεις που μπορεί να τις συνοδεύουν. Σε αυτό το πλαίσιο μπορώ να αναφερθώ σε ‘σχέσεις’ κάποιου με ερωτικά συναισθήματα απόρριψης και μοναξιάς, αλλά και σχέσεις με φίλους, όπου κάποιοι μπορεί να παρηγορούν και να στηρίζουν ή άλλοι να χαίρονται, ή να νοιώθουν οίκτο και να έχουν μια υποτιμητική στάση απέναντί του. Επίσης σχέσεις με χόμπι και τους ανθρώπους που συμμετέχουν σε αυτά, ψυχοθεραπευτικές ομάδες και ομάδες αυτοβοήθειας που επίσης μπορεί να συμμετέχει, κλπ. Άλλα και σε περίπτωση ‘αντίστροφων αντιδράσεων’, όπως να κλειστεί στον εαυτό, να μένει διαρκώς σπίτι, έχοντας μελαγχολία ή ένα τύπο κατάθλιψης, πάλι οργανώνονται πλήθος σχέσεων γύρω του, όπως συναισθήματα απορίας και ανησυχίας της οικογένειας και των γειτόνων για την κατάσταση, η προσπάθεια τους να τον βοηθήσουν, να τον κινητοποιήσουν, κλπ. Όλες οι παραπάνω ‘σχέσεις’ που ανέφερα αναδύονται, είτε πιο συνειδητά είτε πιο αυτόματα και ενστικτώδη, σε ένα πλαίσιο προσπάθειας υπεραναπλήρωσης και ισορροπίας από το υπάρχον έλλειμμα ερωτικών σχέσεων του υποκειμένου.
Επαναλαμβάνω ότι κανένας μας, όπως και να ομοιάζει, όπως και να συμπεριφέρεται ή να ζει την ζωή του, δεν ζει στο κενό αλλά στον κόσμο των σχέσεων, που είναι ο ίδιος ο κόσμος, αυτό που ποικίλει είναι η τροπικότητα των σχέσεων καθώς και ποιοι από αυτούς τους τρόπους είναι κοινωνικά εύσχημοι ανά εποχή και κοινωνικό πλαίσιο και ποιοι δεν είναι. Π.χ. στο δυτικό πολιτισμό το να κάθεται κάποιος μόνος του στο σπίτι τις πιο πολλές ώρες της εβδομάδας δεν θεωρείται υγιές, ενώ όσο αφορά έναν ασκητή υπάρχει διαφορετική κοινωνική άποψη, αντιθέτως στους ανατολικούς πολιτισμούς η απομόνωση είναι κάτι πιο συμβατό στην σκέψη τους.
Πως θεωρείται ότι ζευγαρώνουν οι άνθρωποι σύμφωνα με την ‘κατηγοριοποιημένη’ κοινή λογική
Οι τρεις βασικές κατηγορίες που θεωρώ ότι η κοινή λογική ταξινομεί τα ‘προσόντα’ των υποψήφιων παρτενέρ και οι οποίες συμπληρώνουν η μία την άλλη σε όλο και περισσότερη ανάλυση, όπως θα δούμε παρακάτω, είναι οι εξής:
Αρχικά η κατηγορία εμφάνιση-ηλικία, την οποία θεωρώ πως είναι ο πρωταρχικός αιτιολογικός παράγοντας του ζευγαρώματος (το ηλικιακό εύρος μπορεί να αλλάζει φανερά ανά εποχή, π.χ. πριν 40-50 χρόνια ένα εύλογη διαφορά ήταν 10-15 χρόνια υπέρ του άνδρα, ενώ σήμερα είναι γύρω στην ίδια ηλικία με μια απόκλιση 3-5 χρόνια και για τα δύο φύλα) για την κοινή λογική. Θεωρείται ότι πρόσωπα ’συμβατής’ εμφάνισης και ηλικίας γίνονται ζευγάρι. Παρόλα αυτά στη ζωή βλέπουμε μεγάλο αριθμό ζευγαριών με μεγάλες εμφανισιακές και ηλικιακές ανομοιότητες που δεν εξηγούνται από το προαναφερόμενο μοντέλο.
Το επόμενο επεξηγηματικό μοντέλο που καταφεύγει η κοινή λογική ώστε να αναλύσει περαιτέρω το φαινόμενο και και να βγάλει πιο ασφαλή συμπεράσματα είναι η ‘ισχυρή’ κατηγορία (κυρίως για τον άνδρα) της κοινωνικό-οικονομικής θέσης, συσχετίζοντας την πλέον με την εμφάνιση-ηλικία). Το μοντέλο δέχεται ότι η κοινωνική και κυρίως η οικονομική κατάσταση αποτελούν μεγάλο δέλεαρ, κυρίως για τις γυναίκες, ώστε να παρακαμφθούν ανεπάρκειες της κατηγορίας εμφάνισης-ηλικίας και να γίνει ένας διαφορετικός συνδυασμός με αυτές. Ιδιαίτερη πρόκληση και αμφισβήτηση αυτού του αιτιολογικού μοντέλου παρουσιάζουν περιπτώσεις συντρόφων, άνδρες κυρίως όπως είπαμε, στους οποίους άλλαξε άρδην η κοινωνικό-οικονομική τους κατάσταση, με απλά λόγια από πλούσιοι και με καλές κοινωνικές θέσεις κατέληξαν υπερχρεωμένοι και χρεοκοπημένοι, άλλα παρόλα αυτά πολλοί σύντροφοι δεν τους εγκατέλειψαν (οι περιπτώσεις εγκατάλειψης είναι μάλλον λιγότερες) και πολλές φόρες έγιναν σημαντικοί αρωγοί στην προσπάθεια της οικογενειακής επιβίωσης και ανάκαμψης, στηρίζοντας την οικογένεια με αξιοθαύμαστο τρόπο. Ο παράγοντας ‘ύπαρξη παιδιών’ για την αναστολή των χωρισμών δεν μπορεί να στηριχθεί ιδιαίτερα στο σημερινό κοινωνικό πλαίσιο. Εάν μάλιστα γνωρίζουμε προσωπικές ιστορίες ζευγαριών, μπορούμε να παρατηρήσουμε πως αρκετοί έχουν καταλήξει σε ‘χαμηλούς’ κοινωνικό-οικονομικά συντρόφους, προτιμώντας τους πολλές φορές από ’καλύτερες περιπτώσεις.
Ένα επόμενο επεξηγηματικό μοντέλο που καταφεύγει η ‘κατηγοριοποιημένη’ αιτιολογία της ερωτικής σύζευξης, όταν τα άλλα συνεχίζουν να μην ικανοποιούν,, είναι η κατηγορία χαρακτήρας. Πράγματι εάν ακούσω από κάποιον να αναφέρει ότι εκτίμησε τον χαρακτήρα του συντρόφου του/της, τότε σίγουρα δεν μπορώ να τον αμφισβητήσω, ακόμα και εάν τον γνωρίζω (τον αναφερόμενο) και έχω προσωπική κακή άποψη για τον χαρακτήρα του, μια και μπορεί να συμπεριφέρεται καλά στην σχέση με τον/την σύντροφο του. Αλλά ακόμη και στην περίπτωση που υπάρχει εμφανή κακομεταχείριση, συνήθως από άνδρες οι οποίοι φτάνουν έως και στη βιαιοπραγία, οι γυναίκες που δεν τους εγκαταλείπουν μπορούν να ισχυριστούν ότι ‘κατά βάθος είναι καλό παιδί’, ή οτιδήποτε άλλο παρεμφερές.
Παρέκβαση
Ο διακεκριμένος Βέλγος ψυχοθεραπευτής Μονί Ελκάϊμ (3) έχει ασχοληθεί με ζευγάρια τα οποία συνεχίζουν να μένουν μαζί παρά τις, πολλές φορές, ακραίες και συγκρουσιακές σχέσεις τους. Αναφέρει περιστατικά ζευγαριών στα οποία η γυναίκα παραπονιέται ότι θέλει τον ΄άνδρα της πιο τρυφερό’ και κοντά της ενώ ο σύζυγος να παραπονιέται ότι όταν πάει να την πλησιάσει αυτή βρίσκει τρόπους να τον απορρίπτει. Ο Ελκάϊμ ονομάζει αυτά τα λεκτικά παράπονα και επιθυμίες των συντρόφων ‘επίσημα προγράμματα’ των συντρόφων. Δουλεύοντας θεραπευτικά με τέτοιου είδους ζευγάρια διαπίστωσε πως παραδόξως οι σύντροφοι αισθάνονταν πιο οικεία σε τέτοιου είδους καταστάσεις (μη τρυφερότητας και ακύρωσης εκατέρωθεν), τις οποίες ονόμασε ‘ανεπίσημα προγράμματα’, και τα οποία στη πορεία καταλήγουν να έχουν συνάφεια με συνθήκες και καταστάσεις από τα περιβάλλοντα ανατροφής του καθενός.
Συνδέοντας τα μοτίβα σχέσης των ζευγαριών που αναφέρει ο Ελκάϊμ με τις κατηγορίες επιλογής συντρόφου που περιέγραψα, θα πρότεινα ότι τέτοια ζευγάρια ‘επιλέγουν’ από τις κατηγορίες στοιχεία που μπορούν να δικαιολογήσουν το ζευγάρωμα τους έτσι ώστε να επαναληφθεί το οικογενειακό τους σενάριο, μα με τελικό σκοπό όχι την απλή επανάληψη αλλά την ευκαιρία εξομάλυνσης (θεραπεία) των παροντικών δυσλειτουργιών, οι οποίες θα έχουν έναν ‘αναδρομικό’ θεραπευτικό χαρακτήρα και στις προηγούμενες γενιές. Aυτό το τελευταίο ίσως να είναι δυσνόητο αλλά δεν είναι ο σκοπός του άρθρου η περαιτέρω εξήγηση του.
Συνέχεια με την ‘κατηγοριοποιημένη’ λογική
Υπάρχουν και άλλα γραμμικά (θα εξηγήσω παρακάτω τι είναι γραμμικότητα) επεξηγηματικά μοντέλα ‘ερωτοτροπίας’ όπως π.χ. το μοντέλο της εγγύτητας (proximity hypothesis), δηλαδή εάν υπάρχει αρκετός χρόνος στον οποίο οι άνθρωποι έχουν κοντινή σχέση και εγγύτητα, όπως να εργάζονται στη ίδια δουλειά, αυξάνει η πιθανότητα του φλερτ και του ζευγαρώματος.
Όλα τα αιτιολογικά μοντέλα των ρομαντικών σχέσεων που αναφέρθηκαν στηρίζονται στην γραμμική-αναλυτική μέθοδο, όπως είπα, κατά την οποία αναλύουμε ένα φαινόμενο αν δεν είμαστε ικανοποιημένοι αναλύουμε πιο πολύ ένα μέρος του βάζοντας και άλλες παραμέτρους και συνδυασμούς (π.χ. μέτρια εμφάνιση αλλά ‘γλυκός’ με σίγουρη εργασία και πάρα πολύ καλό παιδί) ακολούθως αναλύουμε περαιτέρω ένα πιο συγκεκριμένο μέρος του κ.ο.κ, πάντα μονόδρομα από το γενικότερο στο ειδικότερο και στο πιο λεπτομερή.
Η στίξη που έβαλα, δηλαδή η σειρά ανάλυσης που ακολούθησα, ότι δηλαδή ξεκινώ από την κατηγορία ‘εμφάνιση’ και συνεχίζω με τις επόμενες, είναι προσωπική και αυθαίρετη, κάποιος άλλος θα μπορούσε να ξεκινήσει αλλιώς, πχ. από το κοινωνικό-οικονομικό παράγοντα και μετά να καταφύγει τις επόμενες κατηγορίες ώστε να εξηγήσει το φαινόμενο, ή να προσθέσει άλλες κατηγορίες, παρόλα αυτά η μέθοδος (επιστημολογία) είναι η ίδια: ανάλυση και περισσότερη ανάλυση ‘αντικειμενικών’ και φανερών κατηγοριοποιημένων παραμέτρων όπως όμορφο πρόσωπο, σωματική διάπλαση, ικανοποιητική εργασία και εισόδημα, ευγένεια, ηρεμία κ.α. Αυτή είναι και η γραμμική-αναλυτική σκέψη και επιστημολογία/μεθοδολογία που ανέφερα πριν.
Παρόλα αυτά αν βασιστούμε στην παρατηρητική μας ικανότητα αλλά κυρίως εάν γνωρίζουμε προσωπικές ιστορίες ζευγαριών, όπως πως γνωρίστηκαν, την προτίμηση στους συντρόφους τους έναντι κάποιων άλλων, ή κάποιοι που παρά τα ‘προσόντα’ τους είναι μόνοι, θα διαπιστώσουμε αρκετά μεγάλη πολυπλοκότητα που δεν συμβαδίζει με την ορθολογιστική ανάλυση ‘ορατών’ παραμέτρων, συνεπώς και με τα μοντέλα που προτείνει η κοινή λογική και η ορθόδοξη ψυχολογία. Το θέμα μας μάλλον ‘αλλού αγορεύει’.
Αόρατες αφοσιώσεις
Στην καθημερινή (κοινή) λογική καθώς και σε πολλές προσεγγίσεις της ψυχολογίας, υπάρχει η πεποίθηση ότι ο νους του ανθρώπου, ο συνειδητός νους όπως τον ονομάζουμε σήμερα, μπορεί να ελέγξει τις σκέψεις, πράξεις και γενικότερα τον εαυτό, την μοίρα και το μέλλον του ανθρώπου, τουλάχιστον στο μεγαλύτερο ποσοστό. Αυτή η πεποίθηση έχει διαμορφωθεί από την επικαιροποίηση της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφικής σκέψης ότι ο “Νους άρχει”, από τον ‘φιλόσοφο’ των νεώτερων χρόνων, τον Ρενέ Ντε Καρτ (Καρτέσιο) και το ‘επιστημονικό του εργαλείο’ τον Νεύτωνα (η επιστημολογία του Νεύτωνα στις φυσικές επιστήμες έχει εμπνεύσει και τις ανθρωπιστικές επιστήμες) (4).
Ο Ντε Καρτ, τον 17ο αι, έδωσε το απόλυτο προβάδισμα στην ατομική νοησιαρχία κάνοντας το αδιανόητο: Να διαχωρίσει το ανθρώπινο ον σε δυο εντελώς ασύνδετα και απομονωμένα κομμάτια, το ‘σκεπτόμενο ον’ (νους-ψυχή) και το ‘εκτεινόμενο ον’ (σώμα), δίνοντας ταυτόχρονα την απόλυτη προτεραιότητα στο πρώτο, με το σώμα μόνο σαν μηχανή και σε κατάσταση υποταγής (4). Η άμεση συνέπεια στον κλάδο της ψυχολογίας ήταν η κυριαρχία της δύναμης της ατομικής σκέψης ακόμα και ως ως δείγμα υπαρξιακής αυθεντικότητας (σκέφτομαι άρα υπάρχω), η οποία θεωρείται ότι επιφέρει δυνατότητα απεριόριστης ελεύθερης βούλησης που διαμορφώνει την ζωή του καθενός. Έτσι θεραπευτικά ο άνθρωπος μόνο ως ‘απομονωμένο άτομο’ (αυτός και ο νους του) να πρέπει να εξετάζεται, να διαγιγνώσκεται και να θεραπεύεται από οποιασδήποτε ασθένεια που τον αφορά. Αυτή η φιλοσοφική σκέψη οδήγησε στην γραμμική-αναλυτική επιστημολογία και μέθοδο διερεύνησης του κόσμου η οποία είναι τόσο ριζωμένη στον σύγχρονο δυτικό κόσμο.
Εν τούτοις στο μεσαίωνα και πριν τον διαφωτισμό, υπήρχε μια διαφορετική αντίληψη πιο συλλογική (κολλεκτιβιστική). Για αυτούς ο άνθρωπος υπήρχε με ένα τρόπο κατά τον οποίο μια ατομική απόφαση θεωρούταν ότι διαμορφωνόταν από τις ανάγκες της κολλεκτίβας, ή να το πω αλλιώς ο άνθρωπος ένοιωθε όμορφα όταν εξυπηρετούσε τις ανάγκες της κολλεκτίβας, οι οποίες τελικά ήταν και οι δικές του ανάγκες και επιθυμίες. Η όποια προσωπική βούληση ήταν τότε κοινωνιοκεντρική (όχι ατομοκεντρική). Παρόμοιος τρόπος σκέψης υπάρχει ακόμη και σήμερα σε ανατολικούς πολιτισμούς.
Η κυρίαρχη προσέγγιση του Ντε Καρτ είναι εντελώς αντίθετη με την πιο ολιστική και σχεσιακή θεώρηση του ανθρώπου την οποία προτείνω και σαφέστατα πιο συμβατή με την προ διαφωτισμού επιστημολογία. Υποθέτω δε ότι είναι καταλληλότερη για την διερεύνηση των ερωτικών σχέσεων και της οποίας ένα μέρος θα παρουσιάσω παρακάτω. Αναφέρομαι σε ένα θεωρητικό πλαίσιο το οποίο βλέπει τις ερωτικές σχέσεις ως συνυπάρξεις με νόημα και λειτουργική αξία στο σύστημα που ζουν και υπάρχουν.
Το πρώτο βήμα διεύρυνσης της αντίληψης του κόσμου, σχετικά με το τι είναι ο νους του ανθρώπου ‘άνοιξε’ ο ψυχίατρος Φρόϋντ με την εισαγωγή και προτεραιότητα της έννοιας του ‘ασυνείδητου’ για τον ψυχισμό του ανθρώπου. Το ασυνείδητο είναι μια ευρεία έννοια που η κάθε σχολή ψυχοθεραπείας και ο κάθε ψυχοθεραπευτής ξεχωριστά, την χρησιμοποιεί με κάπως διαφορετικό νόημα. Γενικά το ασυνείδητο ορίζει ότι υπάρχουν ψυχικές διεργασίες οι οποίες λειτουργούν πέρα από το συνειδητό επίπεδο αντίληψης (δεν γίνονται αντιληπτές τουλάχιστον άμεσα από τον άνθρωπο) και αυτές μπορούν να ‘πάρουν αποφάσεις’ για το ποιες θα είναι οι πράξεις, τα συναισθήματα, τα συμπτώματα κτλ του προσώπου. Άλλο ένα πιο πρόσφατο και πολύ σημαντικό τεκμήριο σχετικά ήταν έρευνες οι οποίες έλαβαν χώρα την δεκαετία του 80, οι οποίες έδειξαν με πολύ έγκυρο και αξιόπιστο τρόπο (δεν ήταν δυνατή κάποια κριτική τόσο για τα συμπεράσματα όσο και για την μεθοδολογία που ακολουθήθηκε) ότι οι υποτιθέμενες ελεύθερες επιλογές έχουν προαποφασιστεί στον εγκέφαλο, κάποια μικροδευτερόλεπτα πριν, από ασυνείδητες διεργασίες.
Η υπόθεση των ασυνείδητων διεργασιών και της προτεραιότητας τους, έναντι των συνειδητών λειτουργιών, έφερε θα λέγαμε τα πάνω–κάτω στην κατανόηση για τον άνθρωπο μιας και, σύμφωνα με αυτά, η ελεύθερη βούληση και επιλογή δεν ‘κάνουν κουμάντο’, τουλάχιστον πάντοτε. ‘Κουμάντο’ ισχυρίζομαι ότι κάνει κάτι πιο αόρατο, συμβατό με το ασυνείδητο που παραπέμπει και ο τίτλος της παραγράφου, τον οποίο δανείστηκα από ομώνυμο δοκίμιο του Ούγγρου ψυχοθεραπευτή Boszormenyi-Nagy (1). O Boszormenyi είναι ο εισηγητής της διαγεννεολογικής θεραπείας. (transgenerational therapy) κατά την οποία οι άνθρωποι είναι πλαισιωμένοι με ‘αόρατες’ οικογενειακές κυρίως δεσμεύσεις, που έχουν μια διαφορετική ‘λογική’ και ‘γλώσσα’ επικοινωνίας. Πιο συγκεκριμένα ο Boszormenyi αναφέρεται στην απόδοση ‘δικαιοσύνης’ στο σύστημα και στην ‘σχεσιακή ηθική’ μεταξύ των μελών, μέσω αλλεπάλληλων ‘χρεοπιστώσεων’ σε δικαιωμάτα και υποχρεώσεις ανάμεσα σε μέλη τωρινών και προηγούμενων γενεών. Μάλιστα στους λογιστικούς όρους που δανείζεται ο Boszormenyi προσθέτει και την μεταφορά ‘διαγεννεολογικό τεφτέρι’, ώστε να κάνει πιο εύγλωττη την περιγραφή των ‘χρεοπιστώσεων’ που αναφέρει.
H γλώσσα της σχεσιακής ηθικής που προτείνω θεωρώ ότι μεταφράζει πως ένα σύστημα επιβιώνει, αναπτύσσεται, μένει ζωντανό στην μνήμη του κόσμου και στο τέλος εξισορροπεί την ηθική του μέσω ‘αυτόματων’ ερωτικών σχεσιακών δράσεων (αντιδράσεων) των μελών του.
Α Μια κόρη μπορεί να μείνει στο ‘πλευρό’ της μητέρας της με έναν τρόπο με τον οποίο να είναι καθηλωμένη, μακριά από φίλους/φίλες, να μην έχει ερωτικούς δεσμούς και γάμους, γενικότερα να μην έχει τη δίκη της ζωή, όντας αφοσιωμένη στην μητέρα της ακολουθώντας την σε κάθε βήμα τόσο μέσα όσο και έξω από το σπίτι Τέτοιες γυναίκες τις παρατηρούμε καθημερινά στο δρόμο έχοντας, πολλές φορές, μια εμφανισιακή εναρμόνιση με τις μητέρες τους. Μια θεραπευτική εργασία με αυτήν την γυναίκα (κόρη) πιθανόν να ανέδυε ιστορίες απομάκρυνσης και εγκατάλειψης από τον σύζυγο της μητέρα της (πατέρας), ή παρόμοιες ιστορίες που αφορούν συγγενικά ζευγάρια τωρινών και προηγούμενων γενεών. Η στάση της κόρης έρχεται να πιστώσει (αναπληρώσει) τις προγενέστερες ελλειπτικές σχέσεις εγγύτητας, φροντίδας, αγάπης κτλ ώστε να μειωθεί το υπάρχον έλλειμμα που έχει χρεωθεί στην τωρινή σχέση μητέρας-κόρης (η χρέωση περνάει αυτόματα), πάντα σύμφωνα με το μοντέλο που αναφέρω. Γιατί η κάθε σχέση ‘θέλει’ να είναι πλήρης από τέτοιες ανάγκες, και όταν δεν είναι μένει ανοιχτή προσπαθώντας να συμπληρώσει από τις επόμενες, σε μια ολιστική σχεσιακή λογική.
Β. Ένας ερωτικά ά-σχετος ενήλικας πιθανόν να έχει ‘προσαρμόσει’ και τη ζωή του με ανάλογο τρόπο έχοντας μια δουλειά με αυξημένη ρουτίνα, πολλές ώρες στο σπίτι, απουσία ιδιαίτερων φιλικών σχέσεων και γενικότερα άκαμπτους’ τρόπους σκέψης και πράξης ώστε να είναι συμβατός με την ερωτική του ανεπάρκεια.
Σε άλλη περίπτωση στην οποία ο ενήλικας δεν έχει αποσυρθεί αλλά βρίσκεται ‘ενεργά’ μέσα στον κόσμο και την δράση, το οποίο είναι ίσως και το πιο συναισθηματικά δύσκολο και επώδυνο, πρέπει συνέχεια να ‘εφευρίσκει’ ευφυείς τρόπους από την μία να θέλει να έχει ρομαντικές σχέσεις και από την άλλη να προσπαθεί να αποφύγει τις άμεσες ερωτικές εμπλοκές εξαιτίας της βεβαιότητας της ερωτικής ματαίωσης και ακύρωσης, την οποία προβλέπει από την εμπειρία του. Η ‘γραμμική’ εξήγηση πως ‘αυτό που σκέφτεσαι, ή αυτό που φοβάσαι σου συμβαίνει’ (αυτοσυντηρούμενη προφητεία) είναι το λιγότερο αφελής. Εξαιρετικοί τρόποι ερωτικής αποφυγής και εμπλοκής ταυτόχρονα περιλαμβάνουν ενασχολήσεις, με νευρωτικό έως και ψυχωτικό τρόπο, όπως με χόμπι, σπορ, σπουδές, εργασιομανία, εκλογικεύσεις, ατέρμονες ορθολογιστικές συζητήσεις ή ότι μπορεί να φανταστεί κανείς.
Η ψυχοθεραπευτική διεργασία μπορεί να αναδείξει ιστορίες υπέρμετρης ερωτικής επιτυχίας από άλλα μέλη της οικογενείας (σαν να παίρνουν κομμάτι επιτυχίας από τα συμπτωματικά μέλη), ύπαρξη συγγενών που έχουν οικογενειακές υποχρεώσεις και δεν θα επιβίωναν ή δεν θα εξελίσσονταν εάν δεν είχαν την οικονομική και φροντιστική συνδρομή από τους συγκεκριμένους θεραπευμένους μας, οι οποίοι δεν έχουν δίκες τους οικογενειακές υποχρεώσεις. Ακόμη ιστορίες προγόνων ερωτικά άσχετων, οι οποίες θέλουν έναν αντιπρόσωπο στο παρόν ο οποίος να θυμίζει ότι υπήρχε και η περίπτωση τους σε τούτο τον κόσμο.
Γ. Η 14χρονη Βασιλική γνώρισε τον 18χρονο Φίλιππο και σύναψε μια σταθερή σχέση μαζί του. Παρότι από το πρώτο καιρό η σχέση τους δεν ήταν αρκετά ευτυχισμένη και υπήρχαν πολλές διαφωνίες, έμειναν μαζί και μετά από 4 έτη εγκαταστάθηκαν στην Γερμανία όπου η κοπέλα είχε κάποιους οικογενειακούς δεσμούς. Χώρισαν 2 χρόνια μετά, η Βασιλική επέστρεψε, παρότι όπως ανέφερα αυτή είχε τους δεσμούς εκεί και ο Φίλιππος έμεινε. Η ψυχοθεραπευτική διεργασία περιέγραψε ιστορία επαγγελματικής και οικονομικής δυσκολίας του Φιλίππου στην Ελλάδα, αντίθετα στην Γερμανία μπήκε σε μια πολύ καλή επαγγελματική ροή και ζει πολύ καλά με μια άλλη σύντροφο τώρα. Με την σειρά της η Βασιλική σπούδασε στην Ελλάδα σύμβουλος ψυχικής υγείας, μια ειδικότητα που έχει μεγάλο νόημα για αυτήν μια και στην οικογένεια της υπάρχει παρελθόν και παρόν χρήσης ουσιών και πάντα ήθελε να μπορεί να βοηθήσει.
Αν μιλήσουμε με όρους επιβίωσης και εξέλιξης η Βασιλική ήταν το όχημα ή ο τρόπος για να επιβιώσει και να εξελιχθεί ο Φίλιππος στη ζωή του και ή Βασιλική πιθανόν είχε την ευκαιρία να πάρει εφόδια (το υποθέτω μιας και δεν ήταν θεραπευόμενη μου) από την σχέση και τις μετακινήσεις της ώστε να είναι πιο έτοιμη για την επιστροφή της στην Ελλάδα.
Δ. Πολλές φορές μια ξαφνική προτίμηση πχ μιας γυναίκας σε έναν συγκεκριμένο σύντροφο, έναντι κάποιου άλλου, που φαινόταν ότι ταιριάζουν, πιθανόν να ωθείται από την ανάγκη να κάνει πίσω προς ”’όφελος’ των συστημικών αναγκών του άλλου. Συνήθως αυτές οι γυναίκες ‘διαλέγουν’ κάποιον πολύ ‘χειρότερο’ σαν να θέλει η προηγούμενη ‘αδικημένη’ σχέση να μείνει ανοιχτή και να ξαναδοκιμαστεί.
Τα παραπάνω περιστατικά τα προσεγγίζω και τα περιγράφω, σε συνάφεια με τις διαγεννεολογικές οικογενειακές σχέσεις του καθενός και με όρους αγάπης, επιβίωσης, εξέλιξης, αντιπροσώπευσης, ενθύμησης κλπ, για τον εαυτό αλλά κυρίως για το σύστημα που ανήκει. Τα ‘θύματα’ αυτής της ‘υπερπροσφοράς δυναμικού’ (μέλη με ερωτικό πρόβλημα/σύμπτωμα) ‘ζητούν βοήθεια’ από επόμενα μέλη της οικογένειας και γενικότερα του σχεσιακού τους συστήματος, μεταβιβάζοντας τους ασυνείδητες προτιμήσεις και τρόπους σχέσεων που να εξυπηρετούν τις δικές τους ‘ανοιχτές’ υποθέσεις (καθιστώντας τους επομένως ως επίσης προβληματικά μέλη), αφήνοντας έτσι ανοιχτή την δυνατότητα για ‘μελλοντική συστημική δικαίωση’ και θεραπεία.
Η θεραπεία
Οι θεραπευτικές ιστορίες που ανέφερα στην προηγούμενη παράγραφο και που συνδέονται με τα συγκεκριμένα προβλήματα δεν είναι βέβαια εξαντλητικές αλλά απλώς ενδεικτικές,. Αν κάποιος θεραπευτής δουλέψει με τέτοια άτομα μπορεί να αποκαλύψει πολλές άλλες ενδιαφέρουσες θεραπευτικές αφηγήσεις. Αυτές είναι ιστορίες που δίνουν νόημα στην δημιουργία και εξέλιξη συγκεκριμένων ερωτικών σχέσεων, έχοντας σαν τελικό σκοπό την απόδοση ‘δικαιοσύνης’ σε συγκεκριμένους ανθρώπους οι οποίοι σήκωσαν το βάρος της επιβίωσης και ανάπτυξης ολόκληρου του οικογενειακού (σχεσιακού) τους συστήματος, πιθανόν αφήνοντας πίσω τον εαυτό τους.
Εάν οι θεραπευμένοι κατανοήσουν ή βρουν νόημα στις συγκεκριμένες δυσκολίες μπορεί να αλλάξει η επίδραση του προβλήματος πάνω τους άλλα και η ‘επίδραση αυτών πάνω στο πρόβλημα’, να αλλάξει γενικότερα το μοτίβο που ζουν την ερωτική ζωή τους. Να σημειώσω πως δεν αποκλείω ή περιφρονώ τις κατηγορίες που ανέφερα και που κοινώς θεωρείται ότι γίνεται το ζευγάρωμα, αλλά τις διαβάζω με διαφορετικό τρόπο: Δεν εξυπηρετούν τόσο πολύ τα κριτήρια διαλογής του συντρόφου μα πιο πολύ την εκλογίκευση και την δικαιολογία μια συγκεκριμένης επιλογής τόσο στους άλλους όσο και στον εαυτό.
Τα εργαλεία που χρησιμοποιούμε για την θεραπεία είναι ο θεραπευτικός διάλογος, ο οποίος είναι ένας διαφορετικός τύπος διάλογου, πέρα από τον φιλικό διάλογο, όπου αναδύεται και μια ιδιαίτερη σχέση, αυτή θεραπευτή- θεραπευόμενου (θεραπευτική σχέση), η οποία ίσως τελικά είναι το κλειδί για την επιτυχή έκβαση μιας τέτοιας θεραπείας. Ένας βασικός στόχος του θεραπευτικοί διάλογου είναι να απαρτιώσει-ενώσει τα διαμελισμένα κομμάτια της ερωτικής εμπειρίας των θεραπευόμενων σε μια συνεχή και ‘ολόκληρη’ εμπειρία. Το να βάζει κάποιος σε λέξεις νοήματος την εμπειρία του μπορεί να επανοδηγήσει την ζωή του σε πιο λειτουργικά μονοπάτια. Ο θεραπευτικός διάλογος μπορεί να αλλάξει την ‘μοίρα’ του ‘σχετίζεσθαι’, όταν διαλεγόμαστε επαναπρογραμματίζεται το ‘λογισμικό’ του ενστικτώδους τρόπου ζευγαρώματος -γιατί μόνο με το ένστικτο γίνεται το ζευγάρωμα, αλλά το ένστικτο μπορεί να αλλάζει- που ακολουθεί συγκεκριμένα μοτίβα σε πιο επιθυμητά. Με το θεραπευτικό διάλογο κατασκευάζεται ένα πιο ‘λειτουργικό ένστικτο’, όχι μόνο για το θέμα μας αλλά για άλλα προβλήματα.
Κατά την προσωπική μου άποψη το θέμα των ‘ρομαντικών σχέσεων’ είναι ένα πολύ ευαίσθητο και δύσκολο σύμπτωμα, το οποίο απαιτεί μια θεραπευτική σχέση ιδιαίτερης εναρμόνισης. Αν ο θεραπευόμενος αντιληφθεί ότι δεν του ταιριάζει ο θεραπευτής, μπορεί και πρέπει να τον αλλάξει. Αυτά τα προβλήματα είναι όντως δύσκολα, γιατί εδράζονται βαθιά στον άνθρωπο και σε πλήθος σχέσεών του, εντούτοις μπορούν να αλλάξουν δικαιώνοντας έτσι ανθρώπους με ιδιαίτερη δύναμη να εξομαλύνουν και να ισορροπούν την ‘σχεσιακή ηθική’ του συστήματος τους.
Ενδεικτική βιβλιογραφία
Boscormenyi-Nagy, I (1984), ‘Invisible loyalties’, Philadelphia, Mazel publications (1)
Γιανναράς, Χ. (2016), Οντολογία του προσώπου, Αθήνα, Εκδόσεις Ικαρος (2)
Ελκάϊμ, Μ (1991), ‘Αν μ’ αγαπάς μη μ’αγαπάς‘, Αθήνα, Εκδόσεις Κέδρος (3)
Mπεγζος, Μ (2009), ‘Σύγχρονη φυσική και φιλοσοφία της θρησκείας, Αθήνα, Εκδόσεις Γρηγόρη (4)